Στα χαμηλότερα όλων των εποχών βρέθηκε ο βασικός δείκτης της ναυλαγοράς, ο δείκτης Baltic Dry Index, o οποίος άγγιξε στις αρχές τις εβδομάδας τις 554 μονάδες, κάτι το οποίο για τελευταία φορά συνέβη το καλοκαίρι του 1986. Ο κύριος δείκτης της ναυλαγοράς ξηρού φορτίου χύδην ξεκίνησε να καταγράφει τα επίπεδα των ναύλων σε αυτά τα πλοία στις 4 Ιανουαρίου του 1985 από τα επίπεδα των 1.000 μονάδων. Διολίσθησε στις 554 μονάδες στις 5 Αυγούστου του 1986 για να ακολουθήσει τις επόμενες δεκαετίες μια πορεία γεμάτη διακυμάνσεις, σημειώνοντας στις 20 Μαΐου του 2008 το ιστορικό υψηλό των 11.793 μονάδων.
Τώρα, και ενώ ο δείκτης Baltic Dry Index βρισκόταν στο υψηλό των 2.337 μονάδων στα τέλη του 2013 έπεσε στις 1500 την άνοιξη του 2014 στις 760 στις αρχές του 2015 και έφτασε χθες στις 554. Σημειώνεται πως η συμπεριφορά αυτή αφορά το ξηρό φορτίο και διαφοροποιείται πλήρως, ειδικά στην παρούσα χρονική περίοδο, από την ανοδική τροχιά που ακολουθεί εδώ και έξι μήνες η ναυλαγορά των δεξαμενοπλοίων. Ωστόσο οι απώλειες στο ξηρό φορτίο είναι πολύ μεγάλες. Αλλά ήδη η βιαιότητα της πτώσης αναμένεται να προκαλέσει και έντονη ανοδική αντίδραση, όπως εκτιμούν κάποιοι αναλυτές. Παράλληλα παρατηρούν πως το αγοραστικό ενδιαφέρον στην αγορά συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης (FFAs) στρέφεται στους επιμέρους δείκτες.
Η μεγάλη πτώση των ημερήσιων ναύλων αποδίδεται τόσο στην υπερπροσφορά πλοίων και την μειωμένη δραστηριότητα στις διαλύσεις που αφορούν διαθέσιμο τονάζ από την αγορά όσο και στην μειωμένη ζήτηση σε προϊόντα όπως το σιδηρομετάλλευμα και τα σιτηρά για λόγους ταυτόχρονα εποχιακούς και θεμελιώδεις . Μεταξύ των αιτιών αναφέρονται η μεγάλης διάρκειας εορτές της κινεζικής πρωτοχρονιάς και τα έργα συντήρησης στα βραζιλιάνικα λιμάνια εξαγωγής σιδηρομεταλλεύματος τα οποία λαμβάνουν μέρος συνήθως τον Φεβρουάριο και επηρεάζουν αρνητικά τους όγκους εξαγωγών προς την Κίνα.
Παραταύτα, υπάρχουν και παράγοντες που μπορεί να πιέσουν ακόμα πιο χαμηλά τη ναυλαγορά. Οι κυριότεροι είναι το ενδεχόμενο ανόδου των τιμών του πετρελαίου που μπορεί να αυξήσει τα κόστη μεταφοράς και να περιορίσει την βιομηχανική δραστηριότητα και η συρρίκνωση της δραστηριότητας στις διαλύσεις από μια πτώση των τιμών των μετάλλων. Τα στοιχεία από τις πρώτες εβδομάδες του 2015 είναι ενθαρρυντικά σε αυτό το μέτωπο καθώς αποσύρθηκαν προς διάλυση τόσα μεγάλα φορτηγά (capsize) όσο ολόκληρο το προηγούμενο έτος, φτάνοντας τα 15 σε αριθμό.
Οι αρχικές εκτιμήσεις για το 2015 που δόθηκαν στη δημοσιότητα από το ναυλομεσιτικό οίκο G. Moundreas θέλουν σε γενικές γραμμές την αγορά να κινείται στα ίδια επίπεδα με αυτά του 2014 αλλά με έντονη μεταβλητότητα μέσα στο έτος. Προβλέπεται πως η Κίνα, ο μεγαλύτερος εισαγωγέας σιδηρομεταλλεύματος και άνθρακα , θα αυξήσει τις εισαγωγές της στα δύο αυτά εμπορεύματα κατά 6% από 8,7% το 2014, πιέζοντας έτσι τα έσοδα των φορτηγών Capes και Panamax. Ο συνολικός όγκος των εμπορευμάτων χύδην φορτίων που εκτός από τα προαναφερόμενα περιλαμβάνει και όλα τα υπόλοιπα εμπορεύματα, όπως σιτηρά, χάλυβα, ζάχαρη και μέταλλα αναμένει αύξηση της τάξεως του 4%, συνολικά 4,67 δισ. τόνους, δηλαδή στα ίδια επίπεδα με αυτά του 2014, ενώ ο στόλος των πλοίων μεταφοράς ξηρού φορτίου θα αυξηθεί περίπου κατά 5%.
«Αναμφισβήτητα η χαμηλότερη των προσδοκιών αγορά του 2014 δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστη και την αγορά των παραγγελιών νεότευκτων πλοίων» αναφέρει η G. Moundreas. Συγκρινόμενες με αυτές που πραγματοποιήθηκαν κατά το 2013, το 2014 οι τελικές παραγγελίες για όλους τους κλάδους των πλοίων μειώθηκαν κατά 41%, κλείνοντας στις 1,749 παραγγελίες για όλο την χρονιά. Από το σύνολο των παραγγελιών το 2014, το 44% τοποθετήθηκε το πρώτο τρίμηνο ενώ τους υπόλοιπους μήνες η τάση παρουσιάστηκε εμφανώς καθοδική, καθώς στο δεύτερο εξάμηνο τοποθετήθηκαν παραγγελίες για 521 πλοία, επομένως υπήρξε μείωση κατά 60% συγκριτικά με το πρώτο εξάμηνο. Αντίστοιχη πορεία διένυσαν και οι παραγγελίες στον κλάδο μεταφοράς ξηρού φορτίου, όπου το 2014 μειώθηκαν κατά 50% περίπου, στα 677 πλοία από 1,253 πλοία το 2013. Παρά τη σημαντική μείωση, οι παραγγελίες των πλοίων μεταφοράς ξηρού φορτίου αποτέλεσαν το μεγαλύτερο ποσοστό των συνολικών παραγγελιών για όλους τους τύπους των πλοίων, δηλαδή το 35% περίπου.